Βουτηγμένο στους θερμούς τόνους της καλοκαιρινής Βόρειας Ιταλίας των 80s, το Call Me By Your Name αφηγείται την ιστορία του Έλιο (Τιμοτέ Σαλαμέ), ενός εύστροφου και στοχαστικού δεκαεπτάχρονου που ξοδεύει τις ημέρες του διαβάζοντας βιβλία, αντιγράφοντας μουσική σε κασέτες, κολυμπώντας και απολαμβάνοντας τη θερινή ραστώνη με βραδινές βόλτες. Αυτή η ευχάριστη ρουτίνα διακόπτεται με κρότο από τον Όλιβερ (Άρμι Χάμερ), έναν Αμερικανό σπουδαστή που λαμβάνει βοήθεια για κάποια ακαδημαική εργασία από τον πατέρα του Έλιο, και καθηγητή αρχαιολογίας, Λάιλ (Μάικλ Στουλμπαργκ). Το ομώνυμο βιβλίο πάνω στο οποίο ο Γκουαντανίνο έστησε το ομορφότερο εγχείρημα της καριέρας του αποτελεί ουσιαστικά έναν εσωτερικό μονόλογο του Έλιο περίπου 30 χρόνια μετά από την διεξαγωγή των γεγονότων. Ο Γκουαντανίνο ταξιδεύει την ιστορία στο χρόνο παρουσιάζοντας την σαν κάτι που συμβαίνει αυτή τη στιγμή αναπαριστώντας οπτικά τα συναισθήματα του Έλιο χωρίς περιττούς διαλόγους και συγχέουσα αφήγηση, κάτι που καθιστά το Call Me By Your Name ίσως την ομορφότερη ταινία του 2017.
Στο ατέρμονο αυτό καλοκαίρι η βίλα της οικογένειας του Έλιο θα φιλοξενήσει τον έρωτα του για τον Όλιβερ. Για τις επόμενες έξι εβδομάδες, ένα σπαρακτικό ρομάντζο ξεσπά σαν πυρκαγιά και καίει τα σωθικά του νεαρού Έλιο αλλάζοντας τη ζωή του άρδην. Είναι εύκολο να αντιληφθεί κανείς γιατί η ταινία έλαβε τόσους επαίνους με το ντεμπούτο της και ένα Όσκαρ Διασκευασμένου Σεναρίου, χωρίς να αναφερθούμε στην οδυνηρή ερμηνεία του Τιμοτέ Σαλαμέ, που του χάρισε υποψηφιότητα για Α’ Ανδρικού. Παράλληλα ο Άρμι Χάμερ με την διακριτική δραστική ερμηνεία του ως ο φευγαλέος εραστής του νέου Έλιο, στέκει σε μια σπάνια αρμονία μαζί με τον Σαλαμέ, αφήνοντας μας να ζούμε στο πετσί μας την χημεία και τον ηλεκτρισμό μεταξύ τους για κάμποση ώρα μετά την αυλαία των τίτλων.
Βλέποντας την ταινία νιώθεις σαν να ξαναζείς μια όμορφη σου ανάμνηση. Χάρη στην οικεία και κοκκώδη φωτογραφία του Σάγιομπου Μούκντιπρομ, μουάζει σαν να ταξιδεύουμε σε μια διατηρημένη, στο χρόνο, στιγμή. Ζεστή σαν το καλοκαίρι, έντονη στα πορτοκαλί, στα κίτρινα και στα κόκκινα της φύσης. Διαυγής σαν όνειρο και νοσταλγική σαν τη μνήμη, μοιάζει σαν ένα κομμάτι του παζλ της δικής σου ζωής. Βραδυφλεγής και αβέβαι σαν τα συναισθήματα που τρέφουν οι πρωταγωνιστές εκατέρωθεν και πασχίζουν να τα κρατήσουν αγκυροβολημένα σαν πλοία στα δικά τους λιμάνια. Το σινεμά ως συναισθηματικό μέσο έχει τη δύναμη να χαρίσει εμπειρίες σαν αυτή του Call Me By Your Name, τόσο έντονη που γεννά ανακουφιστικά δάκρυα ανά στιγμές. Για μας συγκροτεί οτιδήποτε πρέπει να εκπροσωπεί το σινεμά. Πάθος, οξύ σενάριο, απαράμιλλες ερμηνείες, εκπληκτικά ολοζώντανα πλάνα και μια λαμπρή μουσική επένδυση με τις μουσικές του Σούφγιαν Στίβενς να επιτρέπουν αυτό το ταξίδι ανάμεσα στα ιταλικά σοκάκια να γίνει πραγματικότητα, ένα ταξίδι που δεν θες να τελειώσει.
Το Call me By Your Νame δεν είναι μόνο η ιστορία αγαπης μεταξύ του Έλιο και του Όλιβερ αλλά και η σχέση αγαπης του Λούκα Γκουαντανίνο με την ιταλική ύπαιθρο. Η μάτια του είναι στραμμένη στις λίμνες, στους ακονισμένους αγροτικούς δρόμους και τα γραφικά καφέ, κάτι που πολλές φορές κατά την προβολή της ταινιας σου γεννά μια ανάγκη να βιώσεις από κοντα τα τοπία που προβάλλει. Η ταινία είναι μια συναρπαστική εμπειρία γεματη δυνατά συναισθήματα που μεταφέρονται άμεσα στο θεατή λες και βρίσκεις τον εαυτο σου να τριγυρίζει άσκοπα στο σπίτι των πρωταγωνιστών η να κάνει ποδήλατο ακριβώς πίσω τους. Οποιος πρωτοείδε την ταινία το 17 σίγουρα θα αναγνώρισε έναν νεο σταρ στο πρόσωπο του Τιμοτέ Σαλαμέ όμως εκείνος που κλέβει την παράσταση με έναν εκπληκτικό μονόλογο προς το τέλος της ταινιας είναι ο Μάικλ Στούλμπαργκ που υποδύεται τον πατέρα του Έλιο. Ενας χαρακτηρας που θα μπορούσε πολύ εύκολα να κινείται εντελώς παρασκηνιακά αλλά λόγω της εκπληκτικής ερμηνείας του αναπτύσσεται αρκετά και ο μονόλογος αποτελεί το σημείο που δίνει ρέστα, μιλώντας για το πως καποιος αφήνει το πολύ βολικό comfort zone του απλά για να υποστηρίξει την απόφαση κάποιου άλλου επειδή πολύ απλά τον αγαπά. Σχεδόν σαν μια όπερα, συγκινητικό και δυναμικό, το Call Me By Your Name αποτελεί ένα από τα κλασικότερα σύγχρονα ρομάντζα της μεγάλης οθόνης.
"Is it better to speak or to die?"