Νέα Αγγλία, 17ος αιώνας. Η πουριτανική, κλειστή κοινωνία ενός μικρού χωριού δεν έχει θέση στα σπλάχνα της για μια ευσεβή οικογένεια Χριστιανών που φαίνεται πως η θρησκευτική τους πίστη διαφέρει από εκείνη των δικαστών του οικισμού και εκδιώκονται. Ένα κομμάτι παραχωρηθείσας γης πλάι σε μια απομονωμένη δασική έκταση απαρτίζει το νέο σπιτικό τους που εκτός από τους ίδιους φιλοξενεί πάσης φύσεως αλλόκοτα συμβάντα. Οι προσπάθειες να δημιουργήσουν της βάσεις μιας βιώσιμης καθημερινότητας πριονίζονται από δυσάρεστες καταστάσεις όπως μια σοδιά από καλαμπόκι που σάπισε ολοκληρωτικά, κάκιστες καιρικές συνθήκες που προμυνήουν έναν βαρύ χειμώνα και ανήσυχα οικόσιτα ζώα που δείχνουν νευρικά λόγω της συγκεκριμένης τοποθεσίας. Όταν δε ο νεογέννητος γιος της εξαμελούς οικογένειας εξαφανίζεται μυστηριωδώς, τα μέλη εμπλέκονται σε μια δίνη συμβάντων από ένα αόρατο κακό που φαίνεται να τους έχει στοχεύσει και οι μεταξύ τους σχέσεις καταρρέουν μέρα με τη μέρα δηλητηριασμένες από φόβο, πνευματική ανεπάρκεια και θρησκευτικές προκαταλήψεις. Τα δάκτυλα υψώνονται και σημαδεύουν ο ένας τον άλο όσο το Κακό παρεισφρύει ανάμεσα από τις εσωτερικές τους ρωγμές.
Το γεγονός πως το The Witch αποτελεί σκηνοθετικό ντεμπούτο για τον Ρόμπερτ Έγκερς είναι που προκαλεί εντύπωση. Πέντε χρόνια πριν τον Φάρο, μια σπάνια καλοδουλεμένη αφετηρία σκηνοθετικής καριέρας τοποθετείται στον κινηματογραφικό χάρτη ως μια καθαρή, ομοιόμορφη ταινία τρόμου. Μπορεί τα θεμέλια της, σύμφωνα και με το μήνυμα του σκηνοθέτη στο φινάλε, να τοποθετείται στην παγανιστική ανθολογία δοξασιών και εθίμων της αγγλικής ιστορίας αλλά δύσκολα τοποθετείται σε κάποιο υποείδος των ταινιών τρόμου. Είναι χαρακτηριστική ταινία του είδους που από τον πυρήνα της ξεπηδά το αποτρόπαιο πρόσωπο του ξενιτεμού, της θρησκευτικής καταδίκης μιας εκπατρισμένης οικογένειας, της πείνας, του κυνηγιού μαγισσών και της καταδίκης τους και κυρίως της ανθρώπινης απώλειας. Με πάθος και πείσμα, ο Έγκερς μετατρέπει κάθε καρέ αυτού του φιλμ σε ένα απαύγασμα σκηνοθετικής αυτοκυριαρχίας και αυτοπεποίθησης που θα περίμενες να δεις από έναν πιο έμπειρο μονομάχο της σκηνοθετικής αρένας και σίγουρα όχι από έναν νεοφώτιστο χειριστή του φακού. Αντίθετα με τα σχήματα που συνηθίζεται να καθορίζουν μια ταινία τρόμου, στο Witch στερούμαστε εντυπωσιακά τα φτηνά jump scares και τον ευτελή τρόμο ενός b-movie αλλά σφυρηλατημένο από καινοτόμoυς κανόνες και συμβάσεις πλάθει μια μοναδική, απόκοσμη εμπειρία που σίγουρα χάνει σε ατμόσφαιρα από μια οθόνη τηλεόρασης όμως γαντζώνει το θεατή από την αρχή και δε του επιτρέπει να αναπνεύσει, ασφυκτιώντας τον σχεδόν με αγωνία. Τα δυνατά σημεία του The Witch είναι τοσο το αριστουργηματικό χτίσιμο της έντασης οσο και η διατήρηση της καθόλη τη διαρκεια. Είτε με τη μορφή αλλόκοτων σουρεαλιστικών εικόνων είτε με εσκεμμένα αργα πλάνα είτε απλά υπο την μυστηριώδη μουσική του σπουδαίου Ούγγρου συνθέτη Γκεόργκι Λιγκετι και συγκεκριμένα τη σύνθεση «Atmospheres” (το ίδιο μουσικό score έχει χρησιμοποιηθεί και στην Οδύσσεια του Διαστήματος του Στάνλεϊ Κιούμπρικ), δημιουργείται ένα ευφυέστατο τέχνασμα και μια ατμόσφαιρα που υπόσχεται να προκαλέσει τρέμουλο και στον πιο σκληρό θεατή, ειδικά αν στο άτομο είναι γνώριμο ένα θρησκευτικό παρασκήνιο. Και ο Κιούμπρικ δεν εμφανίζεται μόνο μέσα από νότες του 2001: A Space Odyssey. Το The Witch είναι μια μετενσάρκωση του Shining, σε πολύ διαφορετικό πλαισιο αφήγησης προφανώς, παρόλο που τα θεματικά στοιχεία δεν είναι και τόσο διαφορετικά. Πειστικες ερμηνείες στα όρια του άψογου, ταιριαστό καστ για τον κάθε ρολο και όπως και στο Shining υιοθετείται σεναριακά ο προφορικός λόγος, η καθομιλουμένη, που ίσχυε στην αντίστοιχη εποχή.
Το ανατριχιαστικό πορτραίτο αυτής της ξενιτεμένης οικογένειας που εξορίζεται και έπειτα αυτοτιμωρείται για τις αμαρτίες της ξετυλίγεται αργά και εμφανίζεται το κύριο μοτίβο του μηνύματος του Έγκερς, αυτό των συνεπειών που σέρνει ο θρησκευτικός εξοστρακισμός. Το διαβολικό περιβάλλον που τους περικλείει μπορεί κάλλιστα να μεταφραστεί ως μια κοινωνία σκοτεινή και θεοφοβούμενη, ικανή να καταδικάσει τις ζωές ανθρώπων με αντικροούμενες θρησκευτικές αντιλήψεις. Άλλωστε στο αριστοτεχνικά γραμμένο σενάριο του Έγκερς η θρησκεία είναι και ο θεσμός που δεσπόζει καθόλη τη διάρκεια του φιλμ, από το υλικό εκ του οποίου γεννήθηκε και τον προσωπικό κλονισμό της πίστης του κάθε μέλους και της πάλης που δίδεται ξεχωριστά εντός των ορίων μιας καταπιεστικής κοινωνίας ως μια γενικότερη δυσπιστία απέναντι στην ίδια την ανθρωπότητα. Όταν η μεγάλη κόρη της οικογένειας βιώνει την παράνοια του να βρίσκεται αδίκως συνεχώς στο στόχαστρο της οικογένειας της και να κατηγορείται για τα κακώς κείμενα που τους βαραίνουν, αναγκάζεται να εξαπολύσει την προσωπική της επίθεση απέναντι στην δυσπιστία, την καχυποψία και την άρνηση αθωότητας.
Η αμφισβήτηση της θρησκείας και του εγγενούς προσώπου της ανθρωπότητας ωστόσο είναι μόνο η μία ανάγνωση. Η Τόμασιν (Άνια Τέιλορ-Τζόι) αποτελεί ένα θύμα ενός συνονθυλεύματος λανθασμένων θέσεων πάνω στην σεξουαλικότητα. Όσο ο αδερφός της Κέιλεμπ δεν μοιάζει ικανός να ελέγξει τη λαγνεία του για εκείνη, η ηρωίδα κρατά θέση άμυνας διαρκώς. Το 17ο αιώνα οι επιλογές της είναι ή να αφεθεί στην ενδοοικογενειακή και κοινωνική καταπίεση (οι γονείς της θέλουν να την πλασάρουν σε άλλο σπίτι επειδή βρίσκεται στην φάση της πρώτης εμμήνης ρύσης) είτε να κατηγορηθεί πως ξελογιάζει με δόλια μέσα και να θεωρηθεί μάγισσα. Ο Έγκερς εκφράζει τρομερά τις κοινωνικές νόρμες και τις συνέπειές τους καθώς και της συναίσθητες εικασίες της παράλογης μάζας για τον κάθε έναν από εμάς. Η μάγισσα του δάσους τελικά δεν είναι παρά η σπίθα στη φλόγα που τροφοδοτείται από τη στάση όλων των υπόλοιπων χαρακτήρων προς εκείνη. Η μάγισσα δεν είναι τίποτα παρά ένα κατασκεύασμα μιας ιδεολογίας που γέννησε ο ανθρώπινος νους με αποτέλεσμα να διευρύνει το χάσμα μεταξύ των ανθρώπων.
Ανεξάρτητα με την ανάγνωση που επιλέγει ο καθένας, το The Witch αποτελεί μια ερεβώδη δημιουργία που το άγχος και η ανησυχία για το επόμενο καρέ της κρύας παλέτας χρωμάτων του Έγκερς ρέουν σε αφθονία. Μια ταινία που θαρρείς φιλοτεχνήθηκε από το ίδιο το Κακό το οποίο πραγματεύεται σε ένα αριστουργηματικό μιαμισάωρο, απόλυτης δημιουργίας στο είδος του τρόμου. Αυτή η δυσοίωνη απαγγελία θρύλων και μύθων με τις εξαίσιες ερμηνείες, το ραφιναρισμένο σενάριο και την επιτυχημένη συνταγή στο τεχνικό κομμάτι, φύσηξε νέα πνοή στο ανεξάρτητο σινεμά εν γένει και στις ταινίες τρόμου ειδικότερα. Ως μια εκ των ομορφότερων πηγαίων δημιουργιών στην πρόσφατη μνήμη μου το The Witch ουσιαστικά κατέστησε υπεύθυνο τον Έγκερς στη διεύρυνση των οριζόντων των horror flicks κάτι που επιβεβαιώθηκε αργότερα στον Φάρο. Μας έχει εξιτάρει και έχουμε ανεβάσει πολύ υψηλά τον πήχη καθώς περιμένουμε την τρίτη του δουλειά, το Northman.